Ανοιξε χθες ο κύκλος των ανακρίσεων για τη μεγάλη υπόθεση της κακοδιαχείρισης της εκκλησιαστικής περιουσίας, και συγκεκριμένα της κρατικής επιχορήγησης των τεσσάρων δισεκατομμυρίων δραχμών από το ελληνικό Δημόσιο στην Εκκλησία της Ελλάδος.
Χθες στο 10ο ειδικό ανακριτή της Αθήνας, που χειρίζεται την υπόθεση, άρχισε η απολογία του πρώην διευθυντή των Οικονομικών Υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδας, επισκόπου Κερνίτσης Λεοντίου, ο οποίος μάλιστα φέρεται ως βασικός κατηγορούμενος και αντιμετωπίζει τα αδικήματα της «απάτης, υπεξαίρεσης και πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος».
Αν και η απολογία του θα συνεχιστεί τη Δευτέρα, ήδη χθες ο κ. Λεόντιος, που αρνείται τις κατηγορίες, φέρεται να προσκόμισε στον ανακριτή συγκεκριμένα στοιχεία, που, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, «αποδεικνύουν πως, όταν ανέλαβε, το έλλειμμμα στο ταμείο ανερχόταν στα τετρακόσια εκατομμύρια δραχμές, ενώ χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα το 1997, όταν παρέδωσε αφού επαύθη από τη θέση του, στο ταμείο υπήρχε χρηματικό πλεόνασμα ύψους 5, 2 δισεκατομμυρίων δραχμών».
Eξηγήσεις, εκτός από τον κατηγορούμενο επίσκοπο Κερνίτσης, Λεόντιο, θα κληθούν να δώσουν στον ανακριτή και τα υπόλοιπα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής. Πάντως, ακόμη τουλάχιστον, δεν έχει απαγγελθεί κατηγορία σε βάρος του μητροπολίτη Θηβών, Ιερωνύμου.
Η υπόθεση γύρω από το θέμα της «μαύρης τρύπας» στα οικονομικά της Εκκλησίας ξεκίνησε το Νοέμβριο του 1996, όταν τα μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου αποφάσισαν να περάσουν από κόσκινο τα οικονομικά της. Στόχος ήταν να διαπιστωθεί αν υπήρχε κακοδιαχείριση και σπατάλη. Η έρευνα επικεντρώθηκε στην επταετία 1989- 1996, περίοδο κατά την οποία διευθυντής ήταν ο επίσκοπος Κερνίτσης Λεόντιος. Τον έλεγχο ξεκίνησαν δύο ορκωτοί λογιστές και τρεις αρχιερείς. Στην έκθεση, που δόθηκε στη δημοσιότητα το Μάιο του 1997, περιγραφόταν μια «μαύρη τρύπα» στα οικονομικά της Εκκλησίας, χωρίς ωστόσο να καταλογίζονται ευθύνες σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Στην έκθεση γινόταν γενική αναφορά σε πράξεις, χωρίς ωστόσο να αναφέρονατι ονόματα κληρικών ή λαϊκών μελών των οικονομικών υπηρεσιών.
Η δημοσιοποίηση της έκθεσης προκάλεσε την επέμβαση της Δικαιοσύνης, καθώς και του εισαγγελέα Πρωτοδικών Γ. Κολιοκώστα, που έδωσε εντολή για να διενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση.
Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδας τον Ιούλιο του 1997 αποφάσισε να συγκροτηθεί επιτροπή που θα καταλόγιζε ευθύνες σε συγκεκριμένα πρόσωπα για όσα περιέγραφε η έκθεση των ελεγκτών. Τελικά, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Ιεραρχίας, τον Οκτώβριο του 1998, οι «ενεχόμενοι» μητροπολίτες, εκείνοι που ήταν μέλη της διοικούσας επιτροπής για τα οικονομικά, είπαν «συγγνώμη» και η υπόθεση έληξε από πλευράς Εκκλησίας. Ο μόνος που δεν είχε τη δυνατότητα να ζητήσει «συγγνώμη» και να λάβει «συγχώρεση» ήταν ο διευθυντής των οικονομικών υπηρεσιών, βοηθός επίσκοπος Κερνίτσης Λεόντιος.
Ο μητροπολίτης Θηβών Ιερώνυμος, που ήταν μέλος της διοικούσας επιτροπής για τα οικονομικά της Εκκλησίας της Ελλάδας την επίμαχη περίοδο, κατηγόρησε εμμέσως πλην σαφώς μέλη της ιεραρχίας ότι το «σκάνδαλο» των οικονομικών διοχετεύτηκε από συγκεκριμένη μερίδα μητροπολιτών. Στόχος κατά τον Ιερώνυμο ήταν ο αρχιεπισκοπικός θρόνος και η επικείμενη εκλογή του νέου προκαθήμενου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
|