ΑΠΟΨΕΙΣ (05-01-00)

Aμφιλεγόμενη, αλλά σημαντική προσωπικότητα, πολιτική και πνευματική, ο Σπύρος Μαρκεζίνης άφησε και αυτός το αποτύπωμά του στη μεταπολεμική Ελλάδα. Η απόσταση από τα γεγονότα, στα οποία πρωταγωνίστησε, είχε από καιρό επιτρέψει την επανεκτίμηση του ρόλου του με ψυχραιμότερη ματιά απ' ό,τι στο παρελθόν. Ο θάνατός του θα αφαιρέσει, ασφαλώς, και τα τελευταία ίχνη έντασης από την προσπάθεια αποτίμησης του εκλιπόντος ως πολιτικής προσωπικότητας. Θα ήταν, όμως, καλό η συναισθηματική μας αντίδραση απέναντι στον θάνατο να μη μας οδηγήσει στο άλλο άκρο. «Κατά τα έργα αυτού», δεδικαίωται ο τεθνεώς. Αν η πάροδος του χρόνου μας επιτρέπει να δούμε τα ελαφρυντικά κάθε ατόμου και να κατανοήσουμε τα διλήμματα κάθε εποχής, δεν μας επιτρέπει να λησμονούμε ότι τα αποτιμώμενα πρόσωπα θα μπορούσαν, στις περισσότερες περιπτώσεις, να είχαν πράξει άλλως...

Aνάλογη είναι, άλλωστε, η πρόκληση, όποτε καλούμαστε να «αποτιμήσουμε» οποιαδήποτε προσωπικότητα του παρελθόντος, έργο στο οποίο τα μέσα ενημέρωσης επιδίδονται με περισσή προχειρότητα, μεγάλες δόσεις προπαγάνδας και έντονη τάση λαϊκής εντυπωσιοθηρίας. Αίφνης, ο Μάο είναι ημίτρελος γυναικάς, ο Στάλιν παρανοϊκός σφαγέας, ο Μπρεχτ δαιμόνιος κλέπτης λογοτεχνικών ιδεών από τις φιλενάδες του (ναι, έχει γραφεί - και μάλιστα σε... βιογραφία). Παρεμπιπτόντως, στα διαλείμματα των συνουσιών, των σφαγών και των λογοκλοπών, ο πρώτος βρήκε τον χρόνο να ξεσηκώσει τους Κινέζους αγρότες, ο δεύτερος να τσακίσει τους Γερμανούς στο Στάλινγκραντ και ο τρίτος να γράψει κάτι θεατρικά εργάκια...

Xειρότερες ακόμη είναι οι ισοπεδωτικές παραδοχές, που συνοδεύουν την προσπάθεια όχι απλώς να αποτιμηθούν οι προσωπικότητες του παρελθόντος, αλλά να καταταγούν από άποψη κύρους, βαθμολογούμενες από ειδικούς ή μη κριτές και ιεραρχούμενες κατά σειρά προτεραιότητας. Τέτοιες διαβάσαμε, όλοι, πολλές με αφορμή το φερόμενο τέλος του εικοστού αιώνα και της δεύτερης μετά Χριστόν χιλιετίας. (Αλήθεια, αν αναδειχθεί μια νέα κολοσσιαία, συντριπτική προσωπικότητα κατά το ενεστώς έτος, τι θα συμβεί; Θα υπάρξει... αναβαθμολόγηση ή θα πρέπει να περιμένει ο νέος αστήρ το 2100 και, εν συνεχεία, το 3000, για να πάρει τον κότινο;) Σε όλες, διαπιστώσαμε πως οι συνήθεις παραχαρακτικές γενικεύσεις επιτάθηκαν από την εκ προοιμίου πρόθεση σύγκρισης. Στο ίδιο ζύγι ο Αϊνστάιν με τον Χένρι Φορντ, ο Αϊζενστάιν με τον Ρούζβελτ, ο Παπανικολάου με τον Βενιζέλο. Με ποιο μέτρο σύγκρισης, όμως; Μπορεί να συγκριθούν οι ζωές, που έσωσαν ο Φλέμινγκ και ο Παπανικολάου, με το καλλιτεχνικό μεγαλείο του Αϊζενστάιν ή π.χ. του Σκαλκώτα;

Oι Λόιντς, πάντως, ψηφίζοντας με σύνεση και επίγνωση αυτό που τους... αφορά, ανέδειξαν τον αναμφισβήτητο Ωνάση και... καθάρισαν. Αραγε, εκτός από τους επιχειρηματίες, σκέφθηκαν καθόλου τους ναυπηγούς και τους ειδήμονες της τεχνολογίας, που έκτισαν τις σύγχρονες πλωτές πολιτείες;

Για να θυμηθούμε τον Μπρεχτ, όλοι αυτοί οι ψηφίσαντες και επιλέξαντες, έθεσαν, άραγε, σε εαυτούς την ερώτηση: «Ποιος έχτισε τη Θήβα την επτάπυλη; / Στα βιβλία δεν βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα. / Οι βασιλιάδες κουβαλήσαν τ' αγκωνάρια; (...) Κάθε δέκα χρόνια κι ένας μεγάλος άνδρας. / Ποιος πλήρωσε τα έξοδα;». Αλλά, είπαμε, ο Μπρεχτ ήταν απλώς ένας γυναικάς λογοκλόπος...

Παρά ταύτα, «ποιος πλήρωσε τα έξοδα» και του Σπύρου Μαρκεζίνη; Η ανθρώπινη απώλεια δεν διαγράφει το ερώτημα για τον ιστορικό...

Tα έξοδα και τα... έσοδα. Δίπλα στο ερώτημα ποιος πλήρωσε τα πρώτα, έρχεται το ποιος εισέπραξε τα τελευταία. Το ποια συμφέροντα εξυπηρέτησε, εκ προθέσεως ή κατ' αποτέλεσμα, ενδεχομένως αναπόφευκτο, κάθε μεγάλος πολιτικός. Εκτός αν, όπως προβάλλει στη διαφημιστική της αφίσα μία ελληνική εφημερίδα, υπάρχει και πολιτικός που «βλάπτει σοβαρά τα συμφέροντα».

Προσωπικά, πάντως, βλέποντας το σλόγκαν, αναρωτήθηκα ποια συμφέροντα βλάπτει η εφημερίδα. Ολα, εν γένει; Και του ιδιοκτήτη της; Μήπως και τα δικά μου ως αναγνώστη; Ή μόνο τα «μεγάλα συμφέροντα», όπως συνήθως λέμε, αποδεχόμενοι εμμέσως ότι όλα τα συμφέροντα, από μία τάξη μεγέθους και μετά, τείνουν να...ταυτίζονται;

Xωρίς να αρνείται κανείς την κοινή γραμμή των ομοειδών συμφερόντων, δεν συμφωνείτε ότι αυτή η συνωμοσιακή αντίληψη των πραγμάτων είναι κάπως απλουστευτική; Γιατί, αν δεν είναι, υπάρχει είδηση εδώ - και μάλιστα σημαντική: αν στην Ελλάδα κάποιοι, έστω οι συνωμοτούντες μεγαλοσυμφεροντούχοι, πετυχαίνουν να «στήνουν» και να προκαθορίζουν τα πάντα, η χώρα δεν μπορεί να είναι το ξέφραγο αμπέλι, που την παρουσιάζουμε...

Πώς να το στήσεις, όμως, το παιχνίδι σ' έναν τόπο, όπου οι ερωτώμενοι για τις πολιτικές τους προτιμήσεις απαντούν, κατά πλειοψηφία, ότι πιστεύουν μεν πως θα επανεκλεγεί το ΠΑΣΟΚ, οι ίδιοι όμως θα ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία, παρ' ότι θεωρούν καταλληλότερο πρωθυπουργό τον κ. Σημίτη;(!)

Tο ανάλογο στη Σοφοκλέους πώς θα ήταν άραγε; Θεωρώ καλύτερες μετοχές τις τραπεζικές, πιστεύω ότι θα ανέβει η μεσαία κεφαλαιοποίηση και αγοράζω... Παράλληλη; Λίγο ασυνεπές δεν ακούγεται;

Γιατί, θα αντείπει κανείς - και με το δίκιο του, μήπως οι επίσημες κινήσεις προδίδουν συνέπεια; Είναι λογικό, π.χ., να εμφανίζεται τον Σεπτέμβριο ως επείγουσα ανάγκη η διευκόλυνση περισσότερων επιχειρήσεων να εισαχθούν στο χρηματιστήριο, για να «απορροφηθεί η υπερβάλλουσα ρευστότητα» και, δύο μήνες μετά, να επισημαίνεται ομοθύμως (από τους ίδιους) ότι οι αθρόες δημόσιες εγγραφές και οι μεγάλες αυξήσεις κεφαλαίου ευθύνονται για το «έλλειμμα ρευστότητας» της αγοράς;

Ή μήπως είναι συνεπές από τη μία να παρέχονται κίνητρα για αγορά νέων και ισχυρότερων αυτοκινήτων και από την άλλη να ...κλείνουν όλο και περισσότεροι δρόμοι;

Mε την άδειά σας, θα παραθέσω μία προσωπική εμπειρία τέτοιας συνεπούς λογικής. Καταληφθείς, μαζί με όλους τους υπόλοιπους οδηγούς στον δρόμο, να έχω παραβιάσει το όριο ταχύτητας σε σημείο της εθνικής οδού με τρεις κύριες λωρίδες και μια βοηθητική και με σύνολο κυκλοφορούντων αυτοκινήτων... επτά (ισάριθμα με τις κλήσεις, που κόπηκαν) εξέφρασα στον -όντως ευγενέστατο- αστυνομικό την ειλικρινή απορία γιατί ελέγχεται η ταχύτητα στο πιο ακίνδυνο σημείο. «Αν το όριο παραμένει 120, προς τι η δαπάνη τόσων δισ. και η κατασκευή τέτοιου δρόμου;», τον ρώτησα. «Δεν έχετε άδικο», μου απάντησε· «εμάς, όμως, μας ζήτησαν συγκεκριμένο αριθμό κλήσεων. Πού θα τις κόψουμε, στα επικίνδυνα σημεία, όπου παραβάτης είναι ένας στους είκοσι;». Ηταν, πράγματι, αφοπλιστικός...

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΣΤΡΙΩΤΗΣ