ΑΚΙΣ (10-09-99)

Παιγνίδια...

Η τουρκική ομάδα διασώσεως έχει κολλήσει πάνω στα ερείπια της «Ρικομέξ». Με κόκκινες στολές και την ημισέληνο στο μπράτσο, οι Τούρκοι έχουν εντοπίσει έναν άνδρα. Είναι ο Ελληνοκύπριος Ανδρέας Μάρκου, 27 ετών. Παλληκάρι, με τη ζωή μπροστά του, με τη σκέψη στους δικούς του, βρίσκεται καταπλακωμένος από τόννους τσιμέντου και σιδήρου. Πιστεύει ότι έχει ισοπεδωθεί ολόκληρη η Αττική και πως δεν θα ξαναδεί το φως του ηλίου. Ούτε ξέρει πόσες ώρες έχουν περάσει. Μέσα στο σκοτάδι ακούει μια φωνή. Απαντά. Είναι τα σωστικά συνεργεία. Τον έχουν εντοπίσει! Μπορεί να σωθεί! Απαντάει στις εκκλήσεις και περιμένει. Ακούει τον ήχο των μηχανημάτων που κόβουν το τσιμέντο. «Μην κουνιέσαι, περίμενε». Βλέπει τη θάλασσα της Πάφου, την πλατεία όπου έπαιζε μικρός, θυμάται το νησί του. Θα ζήσει· θα γυρίσει πίσω. Κι ίσως να είναι καλύτερα τώρα. «Είμαστε κοντά σου. Σε πλησιάζουμε. Πιάσε το σωληνάκι και πιες νερό. Πίνε αργά, να μην προκαλέσεις έμετο». Περιμένει. Πιστεύει στη σωτηρία. Οι Τούρκοι σωτήρες του πλησιάζουν. Ενας απλώνει το χέρι. Το νιώθει. Δεν ξέρει ποιος θα τον σώσει. Οι σωτήρες του έχουν ζυγώσει. Τον τραβούν σιγά-σιγά έξω, με τρόπο που να μην του προκαλέσει ζημιά. Τον βγάζουν! Ενα χέρι τον κρατάει. Είναι ο Τούρκος που τον εντόπισε και «βούτηξε» κοντά του. Τον κοιτάζει στα μάτια! Είναι ο σωτήρας του! Του χρωστά τη ζωή του. «Πώς σε λένε»; τον ρωτάει. «Αττίλα!», του λέει ο Τούρκος και πνίγονται και οι δυο στα δάκρυα...

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΠΡΑΝΟΣ