ΣΧΟΛΙΟ Του ΚΩΣΤΑ ΙΟΡΔΑΝΙΔΗ (10-08-99)

Ο Κλίντον στην Αθήνα

Η επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου κ. Μπιλ Κλίντον τον προσεχή Νοέμβριο στην Αθήνα δεν πρέπει να δημιουργήσει αυξημένες προσδοκίες περί ουσιαστικής παρεμβάσεως των ΗΠΑ για λύση προβλημάτων που ενδιαφέρουν την ελληνική πλευρά, παρά το γεγονός ότι οι απεσταλμένοι της Ουάσιγκτον αναφέρονται συνεχώς στο προεδρικό ενδιαφέρον για τη ρύθμιση του Κυπριακού ή «ενθαρρύνουν» την παρουσία της Ελλάδος στα Βαλκάνια, μια κωδική έκφραση της διοικήσεως του κ. Κλίντον δίχως την παραμικρή πρακτική σημασία έως σήμερα. Η κυβέρνηση του κ. Κ. Σημίτη επί υπουργίας του κ. Θ. Πάγκαλου είχε προσπαθήσει να αναιρέσει την πρακτική της Ουάσιγκτον, η οποία συνδέει την παρουσία των όποιων αξιωματούχων της στην περιοχή με ταυτόχρονες επισκέψεις στην Αγκυρα και στην Αθήνα. Αλλά από τη στιγμή κατά την οποία ο ένοικος του Λευκού Οίκου εξεδήλωσε την πρόθεση να επισκεφθεί την Αθήνα -έστω και μετά την Αγκυρα- ήταν ασφαλώς δύσκολο για την ελληνική κυβέρνηση να επιδείξει αδιαφορία. Πέραν τούτου, τόσο ο κ. Σημίτης όσο και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών θέλουν να πιστεύουν ότι η έλευση του κ. Κλίντον στην Ελλάδα δεν έχει μόνο ως στόχο να εγκλωβίσει τους Ελληνοαμερικανούς στο Δημοκρατικό Κόμμα εν όψει των εκλογών του Νοεμβρίου του 2000 ή να εξισορροπήσει το αμερικανικό ενδιαφέρον για την Τουρκία με μια φιλελληνική ρητορεία, αλλά ότι όντως επιθυμεί να συμβάλει στη λύση του κυπριακού προβλήματος. Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο κ. Κλίντον μίλησε κατ' επανάληψιν για το απαράδεκτο καθεστώς -status quo- στην Κύπρο και τοποθέτησε κατά καιρούς διαφόρους ειδικούς απεσταλμένους. Αλλά όταν, ως συνέπεια των πρωτοβουλιών του κ. Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, ο εκπρόσωπος των Τουρκοκυπρίων κ. Ραούφ Ντενκτάς έθεσε ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή του στις συνομιλίες την αναγνώριση του παράνομου «κράτους» του, η αμερικανική πλευρά διαφώνησε να συνεχίσει τις προσπάθειες «μεταπείσεως» του κ. Ντενκτάς με νέους απεσταλμένους. Ο κ. Κλίντον είναι ασφαλώς ευπρόσδεκτος στην Ελλάδα, όπως κάθε ξένος ηγέτης, και επειδή το πιθανότερο είναι ότι ουδεμία άμεση δραματική εξέλιξη θα προκύψει από την παρουσία του στην Αθήνα για τα ελληνικά συμφέροντα, τόσο η κυβέρνηση όσο και το σύνολο της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας θα ήταν σκόπιμο να αντιμετωπίσουν την επίσκεψη με ηρεμία, δίχως συναισθηματικές αναταράξεις και προ παντός δίχως μεγάλες προσδοκίες.