Θλιβερές επαναλήψεις
|
Ουφ! αυτά τα ολόμαλλα πουλόβερ των ηθοποιών στις διάφορες σειρές που βλέπουμε σε επανάληψη είναι τόσο θλιβερά μέσα στο κατακαλόκαιρο, κάτι σαν πρόωρα γηρατειά, σαν ρυτίδες σε νεανικό δέρμα. Τα βρίσκω ανυπόφορα και είναι ο λόγος που μισώ τις επαναλήψεις. Αν και παρακολούθησα ένα-δύο επεισόδια από την επανάληψη των «Δύο ξένων» και θυμήθηκα πόσο πιο ρομαντική και καλοφτιαγμένη ήταν τότε η σειρά, πόσο δουλεμένοι φαίνονταν και οι διάλογοι και η σκηνοθεσία, με τις εκπλήξεις και τις ανατροπές της, αλλά χωρίς τη διαρκή υστερία και τους φωνακλάδικους εξυπνακισμούς των τελευταίων επεισοδίων. Η κόπωση είναι φανερή, όσο κι αν παραμένει μια χαριτωμένη σειρά, κυρίως για την αμείλικτη κριτική της στον κόσμο της ψευτοκουλτούρας από τη μια και της τηλεόρασης από την άλλη. Ισως οι θερινές διακοπές την ευνοήσουν. Αλλωστε, καμία έμπνευση δεν είναι ανεξάντλητη. Γι' αυτό και σειρές που γίνονται επιτυχία αποκτούν ομάδα σεναριογράφων και σκηνοθετών για να μπορούν να κρατούν σταθερή την ποιότητά τους. Εδώ δυστυχώς οι συντελεστές ενός σουξέ οδηγούνται ώς την εξάντληση.
Τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές παρακολουθώ από τον SKAI εικόνες από την καινούργια απαγωγή λεωφορείου και τρομάζω στη σκέψη ότι ο εφιάλτης μπορεί να επαναληφθεί, όχι μόνον για τους ανθρώπους που ζουν τον τρόμο της απαγωγής και την απειλή, αλλά και για τους τηλεθεατές, που εξωθούνται σε μια κανιβαλική ψυχαγωγία που ταπεινώνει τον ανθρώπινο είδος. Οι κάμερες, πάντως, βρέθηκαν στο κατόπι του λεωφορείου, όπως συνηθίζουν και μόνον μία μπορούσε να είναι η ευχή, να κρατήσουν αυτή τη φορά την απόσταση που ορίζει ο πολιτισμός και η ασφάλεια της ζωής, γιατί όπως έχει αποδειχθεί με τον πιο τραγικό τρόπο μέχρι τώρα, εκείνοι που πληρώνουν την άγρια δίψα για σκληρό θέαμα είναι οι πλέον ανυποψίαστοι και αθώοι.
Είχε προβλεφθεί από την εποχή της ηρωοποίησης του Σορίν Ματέι ότι αυτός είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή. Το να θέτει, δηλαδή, το τηλεοπτικό θέαμα τους όρους, να μοιράζει ρόλους, να αναζητεί ήρωες, ακόμη κι αν είναι οι εγκληματίες. Εκείνη η τραγωδία της οδού Νιόβης ήταν μόνον η αρχή, όπως και η υπόθεση με την προηγούμενη απαγωγή λεωφορείου ήταν απλώς η συνέχεια και κάθε άλλο παρά το τέλος τέτοιων ενεργειών. Το μόνο που γνωρίζουμε από την πιο πικρή εμπειρία παρόμοιων γεγονότων είναι ότι η τηλεόραση δεν έχει παρά τους δικούς της κανόνες και όσοι τους υπηρετούν πιστεύουν βαθύτατα πως δεν είναι δική της δουλειά να περιφρουρήσει την αξιοπρέπεια ενός πολιτισμού. Πάντως, το βέβαιο είναι πως δεν έχει καμία σχέση και δεν πρέπει να έχει με την αποτελεσματικότητα των σωμάτων ασφαλείας και την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τις Αρχές, με άλλα λόγια είναι υπόθεση μιας ολόκληρης κοινωνίας το αν θα επιτρέψει στους κανόνες της τηλεόρασης να της επιβληθούν χάνοντας οριστικά την αίσθηση του κόσμου και τα μέτρα της αληθινής ζωής.
Γράφει η ΠΟΠΗ ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΟΥ
|