ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - Για να μη μένετε θεατές στα γεγονότα
Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2000

ΚΑΙΡΟΣ

ΣΤΗΛΕΣ

ΣΦΥΓΜΟΣ
ΑΠΟΨΕΙΣ
ΠΟΛΙΤΚΑ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑ
ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
ΚΑΦΕΝΕΙΟ Η ΕΛΛΑΣ
ΔΙΕΘΝΗ
ΠΡΟΣΩΠΑ

ΟΔΗΓΟΙ

ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ
ΘΕΑΤΡΑ
ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ
ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΑ MEDIA


ΕΛΛΑΔΑ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο ΜΙΧ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ καταλογίζει ευθύνες και στην κυβέρνηση Εθν. Ενότητας, ενώ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο νομοθετικής ρύθμισης για το ύψος της αποζημίωσης στον Τέως

«Από τον Μητσοτάκη το μοιραίο λάθος»

ΣYNENTEYΞH

στη BANA ΦΩTΟΠΟYΛΟY

Στον Κων. Μητσοτάκη αποδίδει ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχ. Σταθόπουλος το κύριο πολιτικό λάθος για την ευρωπαϊκή καταδίκη της χώρας μας στο θέμα της «βασιλικής» περιουσίας.

Η συμφωνία που έκανε το 1992 η κυβέρνησή του με τον τέως βασιλιά αποτέλεσε το πιο επιβαρυντικό στοιχείο στη δίκη ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τονίζει σε συνέντευξή του στην «Ε».

«Επρόκειτο για μια ηθικά και πολιτικά επιλήψιμη και οικονομικά επιζήμια για το Δημόσιο λύση».

Ευθύνες καταλογίζει και στην κυβέρνηση της Mεταπολίτευσης, διότι ενώ είχε τη δυνατότητα να δώσει οριστική λύση στο θέμα, επέδειξε ατολμία, παραπέμποντας το «εις τας καλένδας». Ποια ήταν η συνέπεια; «Αν είχε ρυθμιστεί τότε το περιουσιακό, η χώρα μας δεν θα ελεγχόταν, αφού μόνο από το 1985 μπορούσαν να κατατεθούν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ατομικές προσφυγές εναντίον της».

Ως προς τον προσδιορισμό του ύψους της αποζημίωσης ο υπουργός Δικαιοσύνης για πρώτη φορά αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο νομοθετικής παρέμβασης. «Ο νομοθέτης είχε ανέκαθεν και έχει ακόμη την ευχέρεια, αν το θέλει, να περιορίσει δραστικά την αποζημίωση κατά τρόπο και συνταγματικώς επιτρεπτό και σύμφωνο με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση», δηλώνει σιβυλλικά.

– Θα ήθελα ένα σχόλιο για την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και μια εκτίμηση για την περαιτέρω εξέλιξη της υπόθεσης.

* Διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τον τέως βασιλιά δεν θα γίνουν. Δεν θα ήθελα να σχολιάσω συνολικά, πριν ολοκληρωθεί η δίκη, την απόφαση, η οποία φυσικά μας δεσμεύει, είτε είναι καλή είτε όχι. Το μόνο που μπορώ να πω από τώρα είναι ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αφού ήθελε να αναγνωρίσει ιδιωτικά περιουσιακά δικαιώματα στον τέως βασιλιά, έπρεπε τουλάχιστον να εξαιρέσει ένα τμήμα της περιουσίας που είναι πολύ μεγάλο και που δεν αποκτήθηκε με αγορές άλλες με δωρεές από το κράτος ή δημόσιους φορείς, δηλαδή προφανώς λόγω της βασιλικής ιδιότητας. Πιστεύω πάντως ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα συνεκτιμήσει τον παράγοντα αυτόν μαζί με τα άλλα προνόμια που είχαν οι βασιλείς, ιδίως τις υπέρογκες φορολογικές απαλλαγές, στην τελευταία φάση της δίκης, δηλαδή κατά τον προσδιορισμό του ύψους της αποζημίωσης, αν και όταν φτάσουμε εκεί.

«Aντιφατική η επιβολή φόρου»

– Τι απαντάτε στον Κων. Μητσοτάκη, ο οποίος μίλησε για παραλογισμό της ελληνικής κυβέρνησης, αφού από τη μια πλευρά επιβάλλει φόρο και από την άλλη ισχυρίζεται ότι δεν ανήκει η περιουσία σε αυτόν στον οποίο επέβαλε τον φόρο;

* Σε αυτό δεν έχει πολύ άδικο ο κ. Μητσοτάκης. Είναι πράγματι αντιφατικό να επιβάλεις φόρο στην τέως βασιλική οικογένεια για τη λεγομενη «βασιλική περιουσία» και συγχρόνως να θεωρείς ότι δεν είναι δική τους η περιουσία, αλλά ανήκει στο κράτος. Με την αντίφαση αυτή βαρύνονται αρκετές κυβερνήσεις από τη Mεταπολίτευση και ύστερα. Η εξήγηση της αντίφασης βρίσκεται, κατά τη γνώμη μου, στο ότι υπήρχε πολλή διστακτικότητα και ατολμία για το ποια είναι η σωστή λύση που πρέπει να δοθεί, ατολμία που κατέληγε σε αναβλητικότητα. Και στον εν τω μεταξύ χρόνο κρινόταν, χωρίς πολλή περίσκεψη, ότι έπρεπε τουλάχιστον να υπάρχει η «κύρωση» της καταβολής φόρου από τον Κωνσταντίνο.

– Ποια είναι τα πολιτικά λάθη που διέπραξαν οι εκάστοτε κυβερνήσεις και οδήγησαν στην καταδικαστική απόφαση;

* Το πρώτο, ίσως μοιραίο, λάθος ήταν η παράλειψη της κυβέρνησης της Mεταπολίτευσης και, ειδικότερα, αυτής που προήλθε από τις εκλογές της 17.11.1974, να λύσει όχι μόνο το πολιτειακό ζήτημα (που λύθηκε με το δημοψήφισμα της 8.12.1974), αλλα και το περιουσιακό. Η κυβέρνηση εκείνη μάλιστα ασκούσε στην ουσία συντακτική εξουσία και μπορούσε να αποφασίσει τα πάντα για την περιουσία.

Από τη στιγμή που ο λαός επέλεξε την πολιτειακή μορφή της Προεδρευομένης Δημοκρατίας, όφειλε η κυβέρνηση να δώσει ξεκάθαρη λύση και με ρητή ρύθμιση στο θέμα , αντί να το παραπέμψει «εις τας καλένδας», αφήνοντας να γεννηθούν αμφιβολίες ως προς την τύχη της περιουσίας στο ενδιάμεσο αυτό χρονικό διάστημα. Και η λύση αυτή, η σύμφωνη με τη βούληση του λαού που εκφράστηκε στο δημοψήφισμα, δεν μπορεί παρά να ήταν η περιέλευση της περιουσίας στο δημόσιο. Η κυβέρνηση εκείνη όμως δεν τόλμησε να δώσει τη λύση αυτή ή δεν την ήθελε. Αν συμβαίνει το τελευταίο, βαρύνεται ακόμη περισσότερο.

Ας σημειωθεί ότι η όποια λύση τότε δεν θα ελεγχόταν από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αφού η χώρα μας μόνον από το 1985 προσχώρησε στη ρύθμιση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τις ατομικές προσφυγές εναντίον της.

Λάθος ήταν και η αντίφαση της φορολόγησης, για την οποία μίλησα πιο πάνω.

Αλλά το κύριο λάθος ήταν η συμφωνία της κυβέρνησης του 1992 με τον τέως βασιλιά, συμφωνία που κυρώθηκε με το νόμο 2086/1992. Με τη συμφωνία αυτή χαριζόταν στην ουσία όλο σχεδόν το ακίνητο του Τατοΐου, έκτασης περίπου 42.000 στρεμμάτων στην τέως βασιλική οικογένεια. Επρόκειτο για μια ηθικά και πολιτικά επιλήψιμη και οικονομικά επιζήμια για το Δημόσιο λύση, που αποτέλεσε το πιο επιβαρυντικό για την ελληνική κυβέρνηση στοιχείο στη δίκη ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

H παράλειψη του νόμου του '94

– Αποδώσατε ένα μέρος της ευθύνης στο νόμο του 1994 διότι δεν προέβλεψε αποζημίωση. Ο Ευάγγ. Βενιζέλος επιμένει ότι αυτή ήταν η καλύτερη επιλογή, διότι εάν τότε δεχόμασταν ότι η περιουσία είναι ιδιωτική θα έπρεπε να καταβάλουμε πλήρη αποζημίωση.

* Στο νομοθέτη του 1994 πρέπει να αναγνωρίσει κανείς την τόλμη, ότι επιτέλους έδωσε μια λύση στο ζήτημα που χρόνιζε επί 20 χρόνια και ειδικότερα ότι έδωσε μια λύση που ήταν σύμφωνη με το δημόσιο συμφέρον, αφού αναγνώριζε την κυριότητα του ελληνικού δημοσίου σε όλη την περιουσία αυτή, σε αντίθεση με τη χαριστική για τον τέως βασιλιά και επαχθή για την Ελλάδα λύση του 1992. Η άμεση επέμβαση του νομοθέτη υπό τη νέα τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ήταν αναγκαία για να καταργηθεί ο νόμος του 1992, όπως πράγματι καταργήθηκε αναδρομικά με το νομο 2215/1994.

Το ότι ο νόμος του 1994 ήταν αυτός που προκάλεσε την προσφυγή του Κωνσταντίνου και της οικογένειάς του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, άρα και τη δυσμενή για τη χώρα μας πρόσφατη απόφαση του δικαστηρίου αυτού, δεν είναι δική μου κρίση, είναι γεγονός. Κρίση δική μου, που νομίζω ο καθένας θα την έκανε, είναι ότι, αν το νόμος του '94, όπως άλλωστε και οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση μετά το '74, προέβλεπε κάποια, έστω μικρή, αποζημίωση, δεν θα είχαμε πρόβλημα στο Δικαστήριο του Στρασβούργου.

Συμφωνώ, βεβαίως, στο ότι κατά το Σύνταγμά μας απαιτείται πλήρης αποζημίωση, ενώ κατά την κρίσιμη διάταξη που εφήρμοσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αρκεί εύλογη αποζημίωση. Υπήρχαν όμως πολλοί θεμιτοί τρόποι μείωσης της αποζημίωσης στο ελάχιστο με βάση τους κανόνες του εσωτερικού δικαίου, όπως, μεταξύ πολλών άλλων, τα τεράστια οικονομικής φύσης προνόμια που είχαν οι εκάστοτε βασιλείς της Ελλάδας, σε σχέση με τη βασιλική περιουσία, η δωρεάν παραχώρηση σε αυτούς μεγάλου μέρους της κ.λπ.

Ο νομοθέτης είχε ανέκαθεν και έχει ακόμη την ευχέρεια, αν το θέλει ή αισθάνεται υποχρεωμένος γι' αυτό, να περιορίσει δραστικά την αποζημίωση κατά τρόπο και συνταγματικώς επιτρεπτό και σύμφωνο με την Ευρωπαϊκη Σύμβαση.


 

Επικοινωνήστε με την "E on-line"
Copyright © 2000 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή κατά παράφραση, ή διασκευή απόδοση του περιεχομένου της ηλεκτρονικής εφημερίδας με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή αλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη. Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου πού ισχύουν στην Ελλάδα.