Την είπαν «νύχτα των μαγισσών» εκείνη, πριν ξημερώσει η 18η Απριλίου, όταν ΝΑΤΟϊκές βόμβες και πύραυλοι έπεσαν βροχή στη γιουγκοσλαβική πόλη Πάντσεβο, πλήττοντας μέσα σε δευτερόλεπτα διυλιστήρια, εργοστάσια λιπασμάτων και εγκαταστάσεις πετροχημικών. Σήμερα, στον απόηχο του πρόσφατου πολέμου, η τοξική μόλυνση της περιοχής είναι τεράστια και μπορεί να εξελιχθεί στο νέο εφιάλτη της Σερβίας. Το γεγονός αυτό παραδέχονται ακόμη και οι ίδιοι οι Αμερικανοί, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Χέραλντ Τρίμπιουν», σε άρθρο του συντάκτη Μαρκ Φάινμαν, των «Λος Αντζελες Τάιμς».
Περίπου τρεις μήνες μετά το βομβαρδισμό του Πάντσεβο και περίπου ένα μήνα αφότου η τελευταία βόμβα έπεσε στη Γιουγκοσλαβία, εκτιμάται ότι η κατάσταση γύρω από τους στόχους που έπληξαν οι δυνάμεις της Συμμαχίας έχει ως εξής:
– Οι γιατροί στο Πάντσεβο, που βρίσκεται σε απόσταση μόλις 16 χιλιομέτρων βορειοανατολικά της γιουγκοσλαβικής πρωτεύουσας, συνιστούν κατ' ιδίαν στις γυναίκες που βρίσκονταν εκείνη τη νύχτα στην πόλη να αποφύγουν την εγκυμοσύνη τουλάχιστον για τα επόμενα δύο χρόνια. Συμβούλευσαν μάλιστα όσες στα μέσα Απριλίου βρίσκονταν σε μικρότερη της ένατης εβδομάδας κύησης, να διακόψουν την εγκυμοσύνη εξαιτίας σοβαρών κινδύνων για τα έμβρυα.
– Το κανάλι που ξεκινάει από τη Βόρεια Βιομηχανική Ζώνη του Πάντσεβο, παραμένει γεμάτο βινυλοχλωρίδιο, καθώς 100 τόνοι του επικίνδυνου καρκινογόνου χημικού που ελευθερώθηκε από το εργοστάσιο Πέτρο Χεμίγια, μόλυναν τα νερά και πιθανότατα έχουν περάσει στην τροφική αλυσίδα του Δούναβη.
– Το έδαφος μέσα και γύρω από το Πάντσεβο διαποτίστηκε με αμμωνία, υδράργυρο, νάφθα, οξέα, διοξίνες και άλλες τοξίνες που διέρρευσαν τη μοιραία νύχτα από τα εργοστάσια, δημιουργώντας πολλά ερωτηματικά για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες που μπορεί να έχουν σε μια πόλη, η οποία αγωνίζεται για την επιβίωσή της.
Σε είκοσι χρόνια
θα ξέρουμε
«Μόνο μέσα στα επόμενα δύο ή είκοσι χρόνια θα μπορώ να σας πω ποιες θα είναι οι συνέπειες εκείνης της νύχτας», δήλωσε ο δήμαρχος του Πάντσεβο, Σντρίγιαν Μίκοβιτς.
Ισως το Πάντσεβο να είναι η πιο δραματική περίπτωση μεταξύ πολλών άλλων περιβαλλοντικών καταστροφών, που προκάλεσαν οι ΝΑΤΟϊκοί βομβαρδισμοί στη Γιουγκοσλαβία καθώς επλήγησαν εργοστάσια παραγωγής ενέργειας, διυλιστήρια και δεξαμενές καυσίμων.
Το πρόβλημα είναι όμως γενικότερο και παρατηρείται οργασμός ενεργειών από τις αρμόδιες αρχές κατά περιοχή, που προσπαθούν σε μια πρώτη φάση να καταγράψουν το μέγεθος της καταστροφής.
Στην πόλη του Κραγκούγιεβατς, στο νότο, οι δημοτικές αρχές ζητούν τώρα άδεια να καθαρίσουν λιμνοθάλασσα της περιοχής που έχει μολυνθεί από πολυχλωριούχα παράγωγα (PCBs), τα οποία ελευθερώθηκαν από την καταστροφή ενεργειακής μονάδας.
Αξιωματούχοι από την πόλη του Νόβι Σαντ ζητούν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να επισπεύσει τις μελέτες για τα αποθέματα νερού στο υπέδαφος της περιοχής, προκειμένου να διαπιστωθεί σε τι βαθμό έχουν μολυνθεί οι υδάτινοι πόροι της πόλης.
«Ολα αυτά είναι αρκετά να με κάνουν να πιστέψω ότι οι Αμερικανοί και το ΝΑΤΟ έκαναν πάνω μας ένα βιοχημικό πείραμα», δήλωσε ο δρ. Σλόμπονταν Τόσοβιτς, του Ινσιτούτου Δημόσιας Υγείας στο Βελιγράδι. Στη διάρκεια του πολέμου είχε δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο «Επίθεση στη Γιουγκοσλαβία: Εμμεσος χημικός πόλεμος».
«Δεν υπάρχουν
προβλήματα»
Ωστόσο είπε: «Ημαστε αρκετά τυχεροί. Εχουμε τη δυνατότητα να καθαρίσει το ποτάμι στο Πάντσεβο και ήδη καθαρίσαμε τα κομμάτια του Δούναβη και άλλων ποταμών που επλήγησαν περισσότερο. Δεν υπάρχουν διαρκή προβλήματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Και έχει ήδη αρθεί η απαγόρευση του ψαρέματος στο Δούναβη».
Το Σερβικό Υπουργείο Υγείας, στο οποίο υπάγεται και η υπηρεσία του δόκτορος Τόσοβιτς, προειδοποιεί τους γιατρούς να μην συνιστούν αμβλώσεις και έλεγχο γεννήσεων.
Ο ίδιος επιστήμονας τονίζει επίσης ότι οι πρώτοι έλεγχοι σε καλλιέργειες και ζώα έδειξαν χαμηλά ποσοστά τοξικότητας, αν και τα τεστ στο DNA διαφόρων οργανισμών, που μπορεί να δείξουν με ασφάλεια τα ποσοστά των διοξινών και άλλων επικίνδυνων ουσιών που έχουν περάσει στην τροφική αλυσίδα, δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί.
Το σίγουρο είναι πως οι επιστήμονες συμφωνούν ότι οι σοβαρότερες συνέπειες της περιβαλλοντικής καταστροφής δεν έχουν ακόμη γίνει ορατές.
|